Στην δεκαετία 1959-1969, σε μια από τις συχνές επισκέψεις μου στο Άγιον Όρος, είχα συναντήσει έναν αγιασμένο Γέροντα, ο οποίος και με φιλοξένησε στην καλύβη του.
Ένα βράδυ, θυμάμαι, καθίσαμε οι δυο μας έξω στο ξύλινο μπαλκονάκι του κελλιού του, και ο Γέροντας απαντούσε με πολλή ταπείνωσι και χάρι στις "αφελείς και παιδικές" ερωτήσεις που του έθετα. Με πολλή ευκολία πνευματοποιούσε τον διάλονο και μου άνοιγε τα μάτια της ψυχής μου, για να δω αφ' ενός την εσωτερική μου αθλιότητα, αφ' ετέρου τους πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς της πίστεως που είχε. Θησαυροί συσσωρευμένοι στο αμπάρι της καρδιάς του, όχι από την ξερή γνώσι της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας, αλλά από την ματωμένη πείρα της ασκητικής και αγγελικής πολιτείας του.
Στην ερώτησί μου "τι είναι θεωρία και έκστασις κατά την διάρκεια της νοεράς προσευχής", μου απάντησε περίπου ως εξής:
"Πριν από χρόνια, πάτερ μου, και μετά την πρωινή έγερσι, ένας νεαρός μοναχός μιας απόμακρης και απόκρημνης καλύβης στη Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννης, βγήκε έξω, στην πλαγιά του βουνού, για να μαζέψη λίγα χορταράκια για βράσιμο. Παντού βασίλευε ερημιά και ησυχία. Μαζεύοντας τα χόρτα, έλεγε φωναχτά την ευχούλα:
"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με".
"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με".
"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με"...
Σε κάποια στιγμή και εντελώς ξαφνικά αρπάχθηκε ο νους του στα ουράνια... στον κόσμο των Αγγέλων! Βρέθηκε η ψυχή του -και μόνον η ψυχή του, χωρίς το σώμα- μέσα σ' ένα άπειρο πλήθος Αγγελικών τάξεων! Αυτή η αρπαγή και η έκστασις της ψυχής, είναι και λέγεται θεωρία, θεωρία πνευματική. Σ' αυτήν δε την κατάστασι της ανεκφράστου αγαλλιάσεως, υμνούσε και δοξολογούσε ως ελεεινός τον Θεόν μαζί με τους Αγγέλους! Η έκστασις αυτή της ψυχής του μαζί με την ανείπωτη θεωρία του Παραδείσου και των Αγγέλων, του χάρισαν για λίγα λεπτά:
ανεκλάλητη χαρά,
θεία ευφροσύνη,
νοερά έκπληξι,
ιερόν δέος,
και ανέκφραστη μακαριότητα.
Όλες αυτές οι θεϊκές καταστάσεις και ιδιαιτέρως η θεία μακαριότητα είχαν τόσο μεγάλη πνευματική έντασι, που αν κρατούσαν δυο λεπτά ακόμα, όπως βεβαίωσε ο μοναχός, δεν θα άντεχε άλλο η καρδιά του και θα πέθαινε!
- Ναι, πάτερ μου, είπε ο Γέροντας, η ευτυχία και τα κάλη του Παραδείσου δεν είναι για μας τους σκώληκας και αμαρτωλούς "ων πρώτός ειμι εγώ". Πάντως ήταν κάτι το πολύ τρομερό για εκείνον τον νεαρό μοναχό.
Τόση Θείας Χάρις!...
Τόση γλυκύτητα!...
Τόση κρυστάλλινη καθαρότητα!...
Τόσο φως!...
Και η αγγελική ψαλμωδία;...
Άφωνος ο νους, βουβή και η γλώσσα. Τα του Θεού και τα υπέρλογα δεν περιγράφονται με λέξεις. Πιστεύω όμως πως η έκστασις αυτή του νοός ήτο μια ελάχιστη πληροφορία για την κατάστασι της άλλης ζωής, της αληθινής και ουρανίας, της ζωής του μέλλοντος αιώνος"...
Εδώ τελείωσε η περιγραφή-απάντησις του Γέροντος.
Καθ' ον χρόνον όμως μιλούσε, αποκαλύψει και συγκατανεύσει Θεού, εξήρχετο από το στόμα του μια πρωτόγνωρη για μένα και συγχρόνως άρρητος ευωδία. Στην αρχή νόμισα ότι ήτο άρωμα παραδόξου θυμιάματος, που το έφερνε το βραδινό αεράκι από τα διπλανά αλλά απομακρυσμένα κελλιά της Σκήτης. Όσο όμως προχωρούσε η πνευματική αναφορά των θείων καταστάσεων για τον απλανή φωτισμό του νοός και της θεώσεως, τόσο και πλήθαινε η πανευφρόσυνη ευωδία, την οποίαν αχόρταγα ρουφούσαν όχι μόνον οι αισθήσεις μου και οι πνεύμονες, αλλά περισσότερο η έκπληκτη ψυχή μου!
Νόμισα ότι είχα μεθύσει. Από τι όμως;! Από την άρρητη ευωδία; Από την αποκάλυψι της θείας γνώσεως; Από την αποκάλυψι της γύμνιας και της φτώχειας της ψυχής μου; Ή μήπως από το παραδοξότατο φως, που άρχισα σιγά σιγά να βλέπω; Πράγματι... για λίγο ζαλίστηκα. Τι φως ήταν αυτό, Θεέ μου;
Τι φως!
Τι ευωδία!
Τι έκπληξις!
Τι δέος!
Τι θαυμασμός!
Ολόκληρο το πρόσωπο του Γέροντος εκείνου περιεβλήθη από μια παράδοξη λάμψι, που, όσο κυλούσε ο χρόνος, εγίνετο περισσότερο φωτεινή. Την είχα ξαναδεί αυτήν την υπέροχη λαμπρότητα του θείου φωτός, σε μικρότερη όμως έντασι. Και όχι μόνον εγώ ο ανάξιος, αλλά και άλλοι δέκα. Την είχαμε δει στο πρόσωπο της Γερόντισσας Μαγδαληνής, που εχρημάτισε υποδιάκονος του Αγίου Νεκταρίου. Ήταν τότε ηγουμένη στην ιερά Μονή Χρυσολεοντίσσης στην Αίγινα. Μας είχε συγκεντρώσει στο αρχονταρίκι της Μονής και μετά το καθιερωμένο κέρασμα μάς μιλούσε για πολλή ώρα. Εν τω μεταξύ σκοτείνιασε. Φως ηλεκτρικό δεν υπήρχε ούτε κανδήλα αναμμένη ούτε κεράκι κι όμως το πρόσωπό της -πρόσωπο μικρού παιδιού- έλαμπε! Είχε φως!... Φως που απλωνόταν και γύρω-γύρω στο χώρο όπου καθόταν!
Κάτι ανάλογο, αλλά ασυγκρίτως πλουσιώτερο και εντονώτερο, το έβλεπα μπροστά μου και το βίωνα ψυχοσωματικά από τον κεχαριτωμένον εκείνο Γέροντα. Για μια στιγμή πίστεψα ότι ήμουν -εγώ ο ελεεινός- ο ευλογημένος από την θεία Χάρι Μοτοβίλωφ μπροστά στον όσιο Σεραφείμ του Σάρωφ...
Η συζήτησίς μας στο ξύλινο μπαλκονάκι άρχισε περίπου στις 9:00 το βράδυ και τελείωσε στις 2:00 μετά τα μεσάνυχτα, όταν επρόκειτο ν' αρχίση η προετοιμασία για τη Θεία Λειτουργία. Τι ευλογία, Θεέ μου!... Τι παράδοξο φως! Ειρηνοδώρο και εράσμιο, καθώς μου χάρισε ψυχοσωματική ειρήνη και ανάπαυσι, αλλά και αγάπη πολλή. Καταστάσεις πρωτόγνωρες για μένα, τον άθλιο, τον κουρελή, που για πολύ καιρό ήμουν πλημμυρισμένος από μια παράξενη ψυχοσωματική ηρεμία, με ισχυρή και ανεξίτηλη την εικόνα του θείου φωτός μέσα στην καρδιά μου. Για εβδομάδες με "κατέτρωγε" μυστικά η θέα αυτου του φωτός. Ήταν φυσικόν; Χίλιες φορές όχι. Ήταν κτιστόν; Μήπως ήταν το νοερόν φως του νοός και της κεκαθαρμένης ψυχής του Γέροντος εν Πνεύματι Αγίω; Δεν γνωρίζω, διότι το αγνοώ παντελώς. Μήπως θείον και άκτιστον; Η ψυχή μου έλεγε και τότε και τώρα το ΝΑΙ. Ο Θεός όμως "οίδεν", διότι εγώ στερούμαι τοιαύτης πείρας.
Από τότε εκείνος ο Γέροντας, ως άλλος αετός πετά διά Πνεύματος Αγίου όλο και υψηλότερα στα δυσθεώρητα ύψη της θεολογίας, εν αντιθέσει με μένα, που ακόμη σέρνομαι ως σιχαμερός σκώληκας στα λαγούμια των παθών.
● Εκείνος αδιαλείπτως πλουτίζει εν Χριστώ, κι εγώ ρακένδυτος πεθαίνω.
● Εκείνος στο φως της θείας Χάριτος, κι εγώ ακόμη ψάχνομαι στο έρημο σκοτάδι.
● Εκείνος κατάκαρπος ελαία, κι εγώ θάμνος αγκαθωτός.
Αυτή είναι η αλήθεια. Μια αλήθεια, που καταμαρτυρείται και διαλαλείται από ολόκληρο το ορθόδοξο πλήρωμα ανά την οικουμένην. Μια αλήθεια, που την βλέπουν οι εχθροί της πίστεως και την χαίρονται οι φίλοι της. Μια αλήθεια, που αναγνωρίζεται από ετεροδόξους και αλλοθρήσκους.
Πέρασαν από τότε σαράντα τρία σχεδόν χρόνια. Αυτό το γεγονός και βίωμα, καθώς και άλλα που ακολούθησαν, σημάδεψαν την πορεία της ιερατικής μου ζωής και στερέωσαν την πίστι. Παρά ταύτα και εξ αιτίας των πολλαπλών μου παθών, δεν κατόρθωσα ποτέ να καταστώ φωτοδότης εκ του θείου φωτός που πλημμύρισε τότε ολόκληρη την ύπαρξί μου. Υπήρξα, όπως και υπάρχω, μέχρι σήμερα, μία ασήμαντη πυγολαμπίδα...που θα τολμήση να σας μιλήση για το φως της πίστεως με την κατά δύναμι ανάλυσι του "Συμβόλου της Πίστεως"... μέσα από τη γνώσι και το βίωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Το βιβλίο που έχετε στα χέρια σας είναι είκοσι επτά απομαγνητοφωνημένες ωριαίες ομιλίες, που έγιναν από τον Οκτώβριο του 1991 έως και τον Μάιο του 1992 στον ιδρυματικό ιερό ναό της Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Πειραιά, όπου και εφημερεύω. Οι είκοσι επτά αυτές βραδινές ομιλίες συνεπληρώθησαν κατόπιν από πρωινά Κυριακάτικα κηρύγματα περί πίστεως, μέχρι το τέλος του 2003.
Σκοπός μου είναι να αναλυθή όσον το δυνατόν πιο απλά και κατανοητά η δογματική διδασκαλία της Ορθοδόξου πίστεώς μας, που συνοπτικά μας δίδεται στο "Σύμβολο της Πίστεως". Ο βαθύς όμως προβληματισμός μου ήταν πώς θα δυνηθώ εγώ, που είμαι πτωχός στο λόγο και στη Χάρι, να προσφέρω εκλαϊκευμένα τα δυσνόητα και υπερφυή θεολογικά θέματα της Ορθοδόξου πίστεως στους χριστιανούς μας, ώστε να τα κατανοήσουν περισσότερο με την καρδιά παρά με το μυαλό! Έτσι κατέφυγα στη λύσι των εν Αγίω Πνεύματι βιωμάτων της πίστεως και των αληθινών γεγονότων με τα οποία πλαισίωσα καταλλήλως το κάθε κήρυγμα ώστε να διεγείρουν το ενδιαφέρον και να αναζωογονούν την πίστι. Αρκετά εξ αυτών δεν είχαν άμεση σχέσι με το δογματικό θέμα που ανελύετο, αλλά στο διψασμένο ακροατήριο είχαν εγερτήριο αποτέλεσμα.
Πολλές ιστορίες είναι βιώματα, τα οποία μου αναφέρθηκαν επωνύμως, είτε γραπτώς είτε προφορικώς, με την παράκλησι να κρατηθή η ανωνυμία των πιστών αυτών χριστιανών έως της κοιμήσεώς των. Η αφορμή της εμπιστευτικής αυτής αναφοράς εδόθη από την ανάγνωσι του βιβλίου "Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία".
Προσπάθησα, με πολλή δυσκολία, να μην κάνω θεολογική πραγματεία αλλά να προσφέρω τις αλήθειες του Θεού όσο το δυνατόν πιο απλά, όχι τόσο για να τις γνωρίσουμε, αλλά κυρίως για να ωφεληθούμε πνευματικά και να έλθουμε εις μετάνοιαν.
Ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας τον προλογίσαντα και εκφράσαντα θεοφιλή γνώμη, Αρχιμανδρίτην πατέρα Γεώργιον, καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους.
Για κάθε παράλειψι ή νομιζομένη υπερβολή ζητούμε ταπεινά συγγνώμη.
Αυτά εγράφησαν ανήμερα της εορτής
της Συνάξεως των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ
και των λοιπών Ασωμάτων Δυνάμεων, 8 Νοεμβρίου 2005
Ο πλέον ελάχιστος
Πρωτοπρεσβύτερος Στέφανος Αναγνωστόπουλος